A Prayer before Dawn

 

Σκηνοθεσία: Ζαν-Στέφαν Σοβέρ

Παίζουν: Τζο Κόουλ, Πορντσανοκ Μαμπκλανγ, Βιτγια Πάνσρινγκαμ

 

O Ουίλιαμ «Μπίλυ» Μουρ (Τζο Κόουλ) στη διάρκεια της παραμονής του στην Ταϋλάνδη οδηγείται στις τοπικές φυλακές μετά από την σύλληψη του για κατοχή ναρκωτικών. Ο Άγγλος μποξέρ θα αναγκαστεί να ζήσει για τα επόμενα τρία χρόνια σε μία από τις χειρότερες φυλακές της Ταϋλάνδης, όπου οι εκβιασμοί από τις άγριες συμμορίες , οι ομαδικοί βιασμοί και η ανεξέλεγκτη διακίνηση των ναρκωτικών αποτελούν ένα καθημερινό φαινόμενο. Η απόγνωση αλλά κυρίως η ανάγκη του να επιβιώσει σε αυτό το ειδεχθές περιβάλλον θα τον οδηγήσουν ως την πόρτα της ομάδας Μάι Τάι των φυλακών . Εκεί ο Μουρ θα βρει μια «οικογένεια» και θα μάθει να διοχετεύει την αστείρευτη ενέργεια του αλλά και τον συσσωρευμένο θυμό του στον αθλητισμό , απόφαση που θα επηρεάσει αποφασιστικά όχι μόνο την παραμονή του στις φυλακές αλλά και την μετέπειτα ζωή του.

Πρόκειται για μια ταινία που με εξέπληξε πραγματικά ευχάριστα! Διαβάζοντας την υπόθεση, πριν δω την ταινία στην μεγάλη οθόνη, φαντάστηκα ότι ο σκηνοθέτης θα επέλεγε μια κοινότυπη προσέγγιση, δίνοντας έμφαση μόνο στο κομμάτι των «αγώνων» και στην πορεία ενός μέτριου αθλητή που με υπομονή κι επιμονή κατάφερε να γίνει ο σούπερ αθλητής, προσέγγιση που προτιμάται από την πλειονότητα των σκηνοθετών όταν στο στόρι υπάρχει και ο παράγοντας πολεμική τέχνη. Στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως, ο σκηνοθέτης πάει πολύ πιο βαθειά και προσεγγίζει την ιστορία του Μουρ λακωνικά θα λέγαμε αλλά καταφέρνοντας να αναδείξει την ουσία της.

Ο πρωταγωνιστής, ήρωας και αντιήρωας ταυτοχρόνως, έχει να παλέψει με πληθώρα εχθρών, εξωτερικών και εσωτερικών, ορατών και μη. Πέρα λοιπόν από τα μέλη των συμμοριών οι οποίοι έχουν μετατρέψει την καθημερινότητα του στη φυλακή σε κόλαση, ο Μουρ έχει να αντιμετωπίσει έναν πολύ πιο ουσιαστικό και πολύ πιο σκληρό αντίπαλο, τον ίδιο του τον εαυτό, και κυρίως την αυτοκαταστροφή που τον χαρακτηρίζει. Η ένταση στα μάτια του Τζο Κόουλ, ο οποίος κάνει, χωρίς να θέλω να υπερβάλλω, μία από τις πιο εσωτερικές ερμηνείες  που έχω δει ποτέ, δίνει το στίγμα της  «διαμάχης» αυτής.  

Ο σκηνοθέτης ευφυώς καταφέρνει να μεταδώσει με ελάχιστα αλλά απολύτως αποτελεσματικά μέσα, με έναν στυγνό ρεαλισμό,  τα πολύ έντονα, σκληρά και βίαια γεγονότα που βίωσε ο Άγγλος μποξέρ. Οι διάλογοι στην ταινία είναι πολύ μικρής διάρκειας όπως επίσης έχει επιλεχθεί να μην μεταφραστούν οι διάλογοι των ταϊλανδέζων. Ο λόγος γι’ αυτές τις δύο επιλογές είναι και εμείς σαν θεατές να νιώσουμε την αποξένωση αλλά και την απέραντη μοναξιά που αισθάνθηκε ο Μουρ σε αυτό το φρικτό περιβάλλον, μακριά από την χώρα του, μακριά από οτιδήποτε οικείο. Η αποξένωση και η ασύγκριτη βιαιότητα που ο σκηνοθέτης καταφέρνει να αναδείξει μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε τον πραγματικό βαθμό δυσκολίας της επιβίωσης σε ένα τέτοιο περιβάλλον και να τοποθετήσουμε το κατόρθωμα του Μουρ στην υψηλή θέση που του αξίζει.

Μια σκληρή, ωμή ταινία που σας προκαλώ να δείτε!

Στους κινηματογράφους από 6 Δεκεμβρίου

 

                                                                                       Πέννυ Ψαρρά

Info: Η ταινία βασίζεται σε αληθινά γεγονότα

 

Επαφή

www.artscript.gr maryvitablog@gmail.com